Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010

Γράφω με αφορμή τις ‘Παγκόσμιες Ημέρες’ των αρχών του Δεκέμβρη. Πέρα από τις ανακοινώσεις, τις εκδηλώσεις, τους λόγους και τα φιογκάκια διαφόρων χρωμάτων, οι Παγκόσμιες Ημέρες στοχεύουν στην ανάδειξη συγκεκριμένων ζητημάτων διαμέσου της υπενθύμισης και της ευαισθητοποίησης, στην καλλιέργειας της ‘ανεκτικότητας’ ως προς τους ποικίλους τρόπους με τους οι άνθρωποι διαφέρουν μεταξύ τους και, κατ’ επέκταση, στην ενίσχυση της συνοχής των σύγχρονων πλουραλιστικών κοινωνιών.

Οι πρόσφατες παγκόσμιες ημέρες ήταν αφιερωμένες στο Έιτζ (1 Δεκεμβρίου), στην Αναπηρία (3 Δεκεμβρίου) και στα Ανθρώπινα Δικαιώματα (10 Δεκεμβρίου).
Τα παραπάνω ζητήματα έχουν κάτι κοινό. Παραπέμπουν στην πιθανότητα διακρίσεων, οι οποίες, όπως επισημαίνει η Navi Pillay, Ύπατη Aρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (2009) ‘μπορούν να λάβουν πολλές μορφές, κρυφές ή ολοφάνερες, δημόσιες ή ιδιωτικές. Θύματα των διακρίσεων είναι τα άτομα ή οι ομάδες ατόμων που θεωρούνται διαφορετικοί, λόγω της φυλής, του χρώματος, του φύλου, της γλώσσας, της θρησκείας, των πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, της εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης, της περιουσιακής κατάστασης, του τόπου γέννησης, της αναπηρίας ή του γενετήσιου προσανατολισμού’.
Είναι γεγονός, πως ο άνθρωπος που τυχαίνει να είναι ‘ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΣ’ από τα κυρίαρχα πρόπυπα εμφανίζεται στον καθημερινό λόγο με πάμπολους τρόπους: ως ταξικά ή κοινωνικο-οικονομικά διαφορετικός (είναι φτωχός, με χαμηλή καταγωγή…), διαφορετικός ως προς το φύλο (είναι γυναίκα…), τον γενετήσιο προσανατολισμό (είναι αμφιλεγόμενη γυναίκα ή αμφιλεγόμενος άνδρας…), ως αλλοεθνής ή αλλόφυλος (είναι Αλβανός, Κινέζος, μαύρος, τσιγγάνος…), ως αλλόθρησκος, άθρησκος ή αιρετικός (είναι μουσουλμάνος, άθεος, αμαρτωλός…), ως ηλικιακά διαφορετικός (είναι νέος και άπειρος ή είναι ηλικιωμένος που έφαγε τα ψωμιά του), ως μη αρτιμελής ή ως μη υγιής (είναι ανάπηρος, πάσχων, άρρωστος…), ως ιδεολογικο-πολιτικά διαφοποιημένος… (ο κατάλογος είναι μη ιεραρχικός και επιδέχεται επιπλέον προεκτάσεις).
Όλα τα παραπάνω συνιστούν ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ, οι οποίες μπορούν να εμφανιστούν με πολλές μορφές, κρυφές ή φανερές και θύμα τους μπορεί να γίνει ο καθένας, εφόσον διαφέρει από την κυρίαρχη πλειονότητα με κάποιον από τους παραπάνω τρόπους (ή και με κάποιους άλλους που την παρούσα στιγμή διαφεύγουν). Στο υπέδαφος των διακρίσεων συνήθως υπολανθάνει η απουσία ομοιότητας ή έστω, αντιληπτής ομοιότητας, η οποία απειλεί την αίσθηση ασφάλειας. Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι η αντιληπτή ομοιότητα ή διαφορά από έναν άλλο άνθρωπο, επηρεάζει τις συναισθηματικές μας αντιδράσεις και την προδιάθεσή μας απέναντί του. Ο συνήθης κοινωνικο-πολιτικός μηχανισμός ‘άμυνας’ απέναντι στο διαφορετικό είναι η ‘ομαλοποίηση’ – εμβληματική έννοια της I. M. Young – δηλαδή η διαδικασία ανάδειξης ορισμένων κανονιστικών προτύπων, με βάση τα οποία μερικοί άνθρωποι χαρακτηρίζονται ως ανεπαρκείς ή παρεκκλίνοντες… εξαιτίας της μη ‘συμμόρφωσής’ τους με τα πρότυπα αυτά. Η ‘ομαλοποίηση’ βασίζεται στις κυρίαρχες αξίες (και παραδόσεις), οι οποίες ωστόσο υποδηλώνουν συχνά ιεραρχικές σχέσεις και αποβαίνουν καταπιεστικές για ορισμένες ομάδες ανθρώπων, εφόσον διασφαλίζουν προνομιακή θέση για ορισμένα άτομα ή ομάδες, ενώ ταυτόχρονα οδηγούν στην απαξίωση της ‘διαφοράς’ κάποιων άλλων.
Εμμένοντας στο μήνυμα των ημερών, αναφορικά με τα ζητήματα υγείας, οι διακρίσεις συνήθως πηγάζουν από το φόβο της μετάδοσης. Η ‘αρρώστια’ μπορεί να δράσει με τρόπο συμβολικό και μη άμεσα ορατό, ενώ ο πάσχων συχνά κατασκευάζεται ως ‘επικίνδυνος άλλος’. Στην ιστορία των μεγάλων επιδημιών που κατά καιρούς έπληξαν την ανθρωπότητα, υπάρχουν πολλά παραδείγματα που καταδεικνύουν ότι, η μυθοπλασία γύρω από διάφορες αρρώστιες οδηγεί με τη σειρά της στο ξύπνημα προγονικών φόβων, ενώ ο κίνδυνος εντοπίζεται σχεδόν πάντοτε σε κάποιους αλλοεθνείς ή απλά ‘διαφορετικούς’. Με τον τρόπο αυτό, ορισμένες ‘αρρώστιες’ αποτέλεσαν συχνά αντικείμενο ιατρικού και κοινωνικού ελέγχου, ο οποίος, από άτυπος που ήταν αρχικά, απέκτησε στην πορεία ηθικό περιεχόμενο και θεσμικό χαρακτήρα, οδηγώντας στην εδραίωση επικίνδυνων ηθικών προκαταλήψεων. Σύμφωνα με την Susan Sontag, η μεταφορική διάσταση της αρρώστιας συχνά υπερβαίνει την πραγματική καθώς ο ‘ασθενής’ ζεί για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα μ’ αυτό που η ίδια ονομάζει ‘κλοιό των φαντασιώσεων σχετικά με την αρρώστια’, παρά με τα ίδια της τα συμπτώματα. Διαμέσου αυτής της μεταφορικής νοηματοδότησης της αρρώστιας, το σώμα του ‘πάσχοντα’ θεωρείται ως εχθρικό, υπερβάλλοντας στην εφαρμογή ‘ασφαλών σωματικών πρακτικών’ που στοχεύουν στην αποφυγή της μόλυνσης.
Επιπρόσθετα, όσον αφορά στην αναπηρία, μόλις πρόσφατα έχουν αρχίσει να θεωρούνται ως κοινωνικές αδικίες το στίγμα και η περιθωριοποίηση τα οποία υπόκεινται πολλά άτομα που χαρακτηρίζονται ως ανάπηρα. Οι θεωρούμενες ως ‘αντικειμενικές’ δυσκολίες στη διαδικασία επαρκούς ένταξης των ατόμων με αναπηρίες είναι απόρροια των κυρίαρχων προτύπων περί αρτιμέλειας και κατά συνέπεια της διαδικασίας ‘ομαλοποίησης’, η οποία αναφέρεται παραπάνω. Ακολούθως, ακόμη και σε κοινωνίες που έχουν τυπικά αναγνωρίσει την ισότητα των ανθρώπων με αναπηρίες, οι περισσότεροι από αυτούς υποφέρουν από τις συνέπειες της ομαλοποίησης. Αυτό σημαίνει πως η ‘αναπηρία’ προσδιορίζεται με βάση ένα κοινωνικά κατασκευασμένο μέτρο σύγκρισης, το οποίο απλώς προτάσσει ως κυρίαρχο πρότυπο την κοινώς εννοούμενη αρτιμέλεια.
Σε συνέχεια των παραπάνω, ως κεντρικό ζήτημα αναδεικνύεται η ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΗ δηλαδή η μεροληπτική και συνήθως λανθασμένη γνώμη που διαμορφώνεται εκ των προτέρων, εξαιτίας της δυσμενούς προδιάθεσης για κάποιο πρόσωπο ή ομάδα. Η προκατάληψη βασίζεται σε αυθαίρετες γενικεύσεις και στερεότυπες πεποιθήσεις.
Συχνά, αναφερόμαστε στην ανθρώπινη διαφορά ως υπόθεση ‘δυστυχίας’ των ίδιων των ανθρώπων τους οποίους αφορά. Ενίοτε ακούμε πως η πηγή των δεινών κάποιων συνανθρώπων μας είναι η θεωρούμενη ‘διαφορά’ τους από τα κυρίαρχα κοινωνικά πρότυπα. Ωστόσο, η διαφορά και, πολύ περισσότερο, η πιθανή δυστυχία ορισμένων συνανθρώπων μας δεν είναι τόσο το αποτέλεσμα κάποιων εγγενών χαρακτηριστικών τους, αλλά κυρίως των κοινωνικών αντιλήψεων σχετικά με τα χαρακτηριστά αυτά.
Κατά συνέπεια, στις απόψεις ότι «η αναπηρία συνιστά δυστυχία» ή ότι «το έιτζ σκοτώνει», μπορούμε κάλλιστα να αντιτάξουμε την άποψη ότι, εκείνο που φέρνει δυστυχία και ενίοτε σκοτώνει είναι κυρίως η προκατάληψη. Οι άνθρωποι, προτού καταστούν ουσιαστικά ‘ανεπαρκείς’, ‘ελλειμματικοί’ ή ‘νεκροί’, καθορίζονται από τους προσδιορισμούς των άλλων. Στο σημείο αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε με σχετική βεβαιότητα πως, εκείνο που φέρνει δυστυχία ή σκοτώνει είναι τελικά η ίδια η προκατάληψη.
Με τη σειρά της η προκατάληψη μπορεί να οδηγήσει στην ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΠΟΙΗΣΗ και τον ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ κάποιων ανθρώπων. Είναι τουλάχιστον άστοχο να αποδίδουμε τον αποκλεισμό σε απλή ατυχία, θεία δίκη ή ευθύνη των ίδιων των ανθρώπων που τον υπόκεινται. Ο αποκλεισμός είναι αποτέλεσμα ανθρώπινων στάσεων και συμπεριφορών, κοινωνικών προκαταλήψεων και στερεοτύπων. Τα κριτήρια με βάση τα οποία συμβαίνει ο αποκλεισμός, δεν αποτελούν σταθερές διαχρονικές αλήθειες, αλλά ανθρώπινες, κοινωνικές κατασκευές. Κατά συνέπεια, τα προβλήματα των συνανθρώπων μας που θεωρούνται διαφορετικοί αποτελούν συνάρτηση των στάσεων και συμπεριφορών των υπολοίπων. Συνεπώς, εάν όντως στοχεύουμε σε μια κοινωνία ισοτιμίας και δικαιοσύνης, δεν αρκεί η ανεκτικότητα και η συμπόνια, αλλά μάλλον χρειάζεται η εμπράγματη αποδοχή και η αναγνώριση των δικαιωμάτων του εκάστοτε ‘διαφορετικού’. Ωστόσο, η αποδοχή και η αναγνώριση των δικαιωμάτων των άλλων προϋποθέτουν κάποιες παραχωρήσεις. Έχουν κάποιο προσωπικό κόστος, που βασικά, δεν είναι άλλο από την εκχώρηση «δύναμης» στον διαφορετικό ‘άλλο’. Με άλλα λόγια, ουσιαστικός σεβασμός προς τον ‘διαφορετικό’ άλλο σημαίνει αναγνώριση του δικαιώματός του να αυτο-προσδιορίζεται και να είναι ‘ο εαυτός του’, πέραν των δικών μας υποθέσεων, αξιών, αρχών, παραδόσεων, συνηθειών ή προσδοκιών.
Σε συνέχεια όλων των παραπάνω θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε πως οι διακρίσεις, οι προκαταλήψεις, η περιθωριοποίηση και ο αποκλεισμός δεν εμφανίζονται ούτε εξαφανίζονται μόνα τους. Άλλωστε, πολύ συχνά υπάρχουν συνδυαστικά και εμπεριέχουν ταυτόχρονα ταξικά, φυλετικά, εθνοτικά, γλωσσικά, θρησκευτικά, πολιτισμικά ή έμφυλα χαρακτηριστικά. Με την έννοια αυτή, οι άνθρωποι φέρουν πολλαπλές ταυτότητες, οι οποίες δεν αποκλείουν η μία την άλλη, αλλά αποτελούν «σωρευτικά στρώματα», όπου το άμεσο πολιτιστικό περιβάλλον καθορίζει ποιο επίπεδο είναι σχετικό σε κάθε περίσταση. Συνεπώς, το κεντρικό μήνυμα είναι ότι κανείς δεν πρέπει να ‘περισσεύει’ σε μια κοινωνία η οποία στοχεύει στην ειρήνη και την πρόοδο. Αντίθετα, όλοι δικαιούνται να έχουν τη δυνατότητα συνεισφοράς με τον τρόπο που οι ιδιαίτερες συνθήκες και οι δυνατότητές τους επιτρέπουν. Για να απαλείψουμε τις διακρίσεις, χρειάζεται να τις καταπολεμήσουμε συνειδητά εκεί ακριβώς που εμφανίζονται. Στην καθημερινότητά μας….
Βασίλης Νάστος (MA/ Msc)
Υπ. Διδάκτωρ Εκπαιδευτικής Έρευνας (KCL)

Του Βασίλη Νάστου
Η ΕΡΕΥΝΑ 23 Δεκεμβρίου 2010

Translate

Αναζήτηση αρχείου

Στατιστικά

Locations of visitors to this page

hit counter

Αναγνώστες

Προσθέστε μας

Share/Save/Bookmark

Αρχειοθήκη ιστολογίου